ΜΠΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΟΙ ΟΧΤΡΟΙ..


Ητανε Κατοχη και ειχε το προσωπο καρφωμενο στο κουφωμενο πατζουρι, και το μυαλο αλητευε στο βουνο με τους ανταρτες.. Φοβοταν μην συναντηθουν τα δυο τους..και γινει το μακελειο...
Εκανε προσευχες με το χερι στο τουφεκι...
Ετοιμη ητανε..για καθε ενδεχομενο..η φωτια ερχοτανε..και τόβλεπε..κι επρεπε ναναι ετοιμη την πασα στιγμη...

..Περασανε χρονοι πολλοι..κι ηρθε η λευτερια που περιμενε..κι αυτη κι οι αλλοι...

Μα δεν ητανε η λευτερια που ονειρευτηκε..και το χερι δεν αφηνε το τουφεκι..

Ηξερε πως το μακελειο ετσι κι αλλοιως θάρθει...και δεν ειχε αδικο....

Γεμωσανε οι δρομοι με κοσμο..λαο..γεμωσανε με ονειρα που φωναζανε και ζητουσανε μια θεση στον ηλιο...μια θεση στη ζωη..
Τιποτα λιγωτερο απο οτι τους αξιζε...

..και γεμωσανε το δισακι με υποσχεσεις και σφιχτες χειραψιες..

Και γελασε το πικραμενο χειλι γιατι πιστεψαν πως...το ποθουμενο ηρθε και το μελλον τους ανηκει...

Εκεινη κρατουσε σφιχτα το τουφεκι...δεν ελεγε να το αποχωριστεί... γύρευε γιατί...

Την ειπανε ξεκουτιασμενη,αλλοπαρμενη γρια...ξερο κεφαλι..που δεν καταλαβαινε πως ειχε ερθει η ωρα να κρεμασει το τουφεκι στη θεση του...Να στησει τα ονειρα στην αγχονη.........Να συμβιβαστει...

Χρυση την κανανε..τιποτα εκεινη..δεν ακουγε...
Το μονο που ακουγε ηταν η συνειδηση της και η ξεκληρισμενη της γενια...

..και περασανε χρονοι πολλοι....και τα δισακια μεινανε ετσι ..γεματα υποσχεσεις και χειραψιες..και χαμογελα...που προστεθηκαν στο μεταξυ...και τα σερνανε πανω κατω οι αφεντες τους..

Μεχρι που γεμωσανε..κι αρχισαν να ξεχειλιζουν...σαν τα στερημενα ποταμια...που δεν νταγιαντιζουν και δεν κουμανταρουν την ορμη τους...
Κι εκει που την ειχαν ξεχασει νάχει κολλημενο το βλεμμα στο παραθυρο,ξαφνικα γυρισαν και την κοιταξαν...το τουφεκι πια δεν το κρατουσε στα γερμενα χερια της...ξαμωνε να βρει το στοχο..και να πυροβολησει.....και να χαμογελασει....σαν την καλην ημερα......