Ιστορίες της βροχής..




Να προσπαθήσω να βάλω στη σειρά δυο λέξεις δεν είναι δα και δύσκολο.. Έτσι έλεγα και κάθε φορά καθόμουν στην καρέκλα μου έτοιμη να συναγωνιστώ τους πιο χαρισματικούς συγγραφείς.Και βέβαια είχα πράγματα πολλά να πω..ηταν τόσα πολλά που δεν ηξερα απο που να βάλω αρχή. Τοτε μου έρχονταν στο νου η παρατήρηση εκείνης της μακαρίτισσας της καθηγήτριας που είχα στο γυμνάσιο. Έλεγε: Μη σκορπίζεις τη σκέψη σου στους τέσσερις ανέμους. Βγάζε σιγά σιγά την πραμάτεια του νου σου.Και μη βιάζεσαι...
Καλα, έλεγα εγω..Ας λέει οτι θέλει..εγώ άμα δεν τα άπλωνα όλα μπροστά μου να τα βλέπω,δεν μπορούσα. Σαν το χείμαρρο.. Ένας φίλος του πατέρα μου με έλεγε πολυβόλο και δεν ειχε άδικο ο άνθρωπος.. Ήταν να μην πάρω φόρα..
Όταν έβλεπα οτι δεν μπορούσα να συμπληρώσω μια ολόκληρη πρόταση ξίνιζα τα μούτρα μου,αλλα δεν απογοητευόμουν.Το απέδιδα πάντα στην έλλειψη έμπνευσης της στιγμής.. Ούτε λόγος οτι δεν είχα καθόλου..
Διότι, για ενα περίεργο λόγο, οι καλύτερες ιδεες μου και η μεγαλύτερη έμπνευση,μου έρχονταν στη μεσημεριανη σιέστα..Εκει ,μέσα στη γλυκειά νάρκη του μεσημεριού , άλλαζα ολόκληρο τον κόσμο.Το κακό ήταν πως βαριόμουν να σηκωθώ να πιάσω χαρτί και μολύβι κι έτσι ο κόσμος έμεινε λογοτεχνικα φτωχότερος..
Υπήρχαν βέβαια και φορές που γέμιζα τις κόλλες με πράγματα που με έκαναν να ξαλαφρώνω..Δεν περηφανευόμουν όμως γι αυτά, ούτε τα έδειχνα ποτέ σε κανέναν.Τα καταχώνιαζα τα γραφτά μου στα συρτάρια του γραφείου μου και πότε πότε τα ξέθαβα, όταν ήθελα να ταξιδέψω το νου και την σκέψη μου.
Μετά πέρασαν τα χρόνια κι εγώ δεν καθόμουν πια σε κείνο το γραφείο. Άλλαξα ζωή, άλλαξα συνήθειες,άλλαξα και γραφειο.. Εγκατέλειψα την ιδέα της γραπτής έκθεσης σκέψεων και ιδεών και ασχολήθηκα με οσα ασχολουνται οι περισσότεροι άνθρωποι.. Μπήκα κι εγώ στη μάχη..Τώρα, για να ξαλαφρώνω, απλά κλείνω τα μάτια..γιατι δεν εχω χρόνο ουτε καν να αφεθώ σε μια μεσημεριάτικη σιέστα..