ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ.....

Μυστικοπαθής κι απόμακρος  ήταν  ο Στρατής...Κράταγε για τον εαυτό του τα που σκεφτότανε..Κανέναν δεν  άφηνε  να περάσει το κατώφλι της σκέψης του παρά τα άλεθε όλα μόνος. Γυροτραφίστηκε μέσα στο βιλαέτι της μοναξιάς του γιατί πίστευε πως κανείς δεν είναι άξιος να διαβεί τούτο το κατώφλι..Γιατί έλεγε πως , όσα είχε μέσα στο κεφάλι του, κανέναν δεν ένοιαζαν.. 
Είχε πάθει πολλά ο Στρατής.. Δεν ήταν πάντα έτσι...Είχε κάποτε ανοίξει διάπλατα την πόρτα της καρδιάς και του μυαλού του και μπήκανε οι μύριοι όσοι...Και τον λεηλάτησαν..Του ρουφήξανε το μεδούλι..Τον άφησαν ολόγυμνο να περιμένει..-τι να περιμένει;- ..Ενα χάδι γύρευε όλο κι όλο ο άμοιρος....Μιά καλή κουβέντα κι ένα χαμόγελο...Του τ' αρνήθηκαν όλα και τον άφησαν με δυό χέρια ανοιχτά σαν σε προσμονή, να καρτερεί...αδιόρθωτα αισιόδοξος.....Ακόμα κι Εκείνη τον είχε προδώσει...
Ήταν μακρόχρονη η προσμονή..και δεν άντεχε άλλο..
Τότε αποφάσισε να χτίσει τον τοίχο..κι απομονώθηκε..Έφυγε το μυαλό του κι η κουτσουρεμένη του καρδιά από τον κόσμο της ψευτιάς και χάραξε δικό της δρόμο...μοναχικό και δύσβατο..για όλους..
Μόνο αυτός αλώνιζε εκεί μέσα..Κι ήταν σίγουρος και ασφαλής..κι έπλαθε με το νου του ιστορίες όμορφες...φανταστικές...σαν αυτές που οι άνθρωποι δεν μπορούν....η δεν ξέρουν...
Κι εκεί... μεσοστρατίς ...ξαφνικά..ανακάλυψε πως δεν ήταν το ξέφωτο που τον είχε σταματήσει...ήταν το Κενό...ένα σκληρό κενό...Γιατί σε όλη αυτή την μοναχική περιπλάνηση δεν είδε πως...είχε συντροφιά....
Δεν είδε πως πλάι του.. ήταν άλλη μια σκιά σαν αυτόν..που πορευόταν όπως αυτός...και ζητούσε όσα αυτός..Και δεν γύρισε το κεφάλι..και δεν άπλωσε το χέρι....και η σκιά χάθηκε...με το χέρι ακόμα απλωμένο...
Κι έμεινε ο Στρατής μετέωρος..να κοιτά τούτο το κενό...και να δίνει ένα δάκρυ στον αέρα...για το χέρι που  ποτέ δεν έδωσε....για το χαμόγελο που ποτέ δεν χάρισε......
....και συνέχισε σκυφτός...


ENΘΥΜΙΟΝ






Ο Λακης Παππας,σημερα το βραδυ,ερμηνευει Μ.Χατζιδακι απο το''Παραμυθι χωρις ονομα''και τον ''Ματωμενο Γαμο''...και βεβαιως δικα του τραγουδια απο την εποχη των μπουατ.Μαζι του η Ιφιγενεια Κορολογου.Στο πιανο ο Γ.Σαλβανος και στη κιθαρα ο Γ.Πολιτης

















Αχ και να μπορουσα να παω.......

¡EL PUEBLO UNIDO JAMÁS SERÁ VENCIDO!

Λαός ενωμένος,ποτέ νικημένος!
Στην αρχή σκέφτηκα να ντύσω αυτόν τον ύμνο με εικόνες της σύγχρονης δικής μας πραγματικότητας. Καθώς όμως ξετυλίγονταν μπροστά μου αυτό το βίντεο,διαπίστωσα ότι δεν θα είχα και πολλά διαφορετικά να δείξω..Έτσι αποφάσισα να το δώσω ως έχει και να ρωτήσω..ΣΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ ΚΑΤΙ ΟΛΟ ΑΥΤΟ;;

Βόσπορος...

Αλλάζουνε εντός μου...τα σύνορα του κόσμου....

Ενα κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι (1978)

Από την ώρα που ο Φρανκεστάιν γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, ο κόσμος προχωράει μαθηματικά στη εκμηδένισή του. Γιατί δεν είναι που σταμάτησε να φοβάται, αλλά συνήθισε να φοβάται.

Κι εγώ με τη σειρά μου δεν φοβάμαι τίποτα περισσότερο, απ' το μυαλό της κότας. Απ' το να υποχρεωθώ να συνομιλήσω με μια κότα ή μ' ένα σκύλο, ή τέλος πάντων, μ' ένα ζώο δυνατό που βρυχάται. Τι να τους πως και πώς να τους το πω. Και μήπως δεν είναι εξευτελισμός, αν επιχειρήσω να μεταφράσω ή να καλύψω τις σκέψεις μου, κάτω από φράσεις και ηλίθια νοήματα, για να καθησυχάσω τυχόν τη φιλυποψία μας κότας, που όμως έχει άνωθεν τοποθετηθεί για να μας ελέγχει και να μας καθοδηγεί;

Η υποταγή, ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, ή συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πως πρέπει, του πως οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε;

Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος, που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά.

Το τέρας είχε αρχίσει να κυκλοφορεί. Οι οδοκαθαριστές άρχιζαν την παράστασή τους με Σαίξπηρ, Σίλλερ και Αισχύλο , μια και ανήκουν δικαιωματικά στο υπουργείο Πολιτισμού. Χορός από τραβεστί, ψάλλει τα χορικά του Θεοδωράκη και αποσύρεται εις τας μικράς οδούς, χορεύοντας συρτάκι. Τουρίστες Γάλλοι, Άγγλοι κι' Ελβετοί παρακολουθούν κι ανατριχιάζουν μπρος σ' αυτό το παραδοσιακό μας μεγαλείο. Το τέρας γίνεται γελοίο και κυκλοφορεί ανενόχλητο από Ωδείο σε Ωδείο. Η κλασσική μας Μουσική γίνεται Μαγειρείο. Κι όλος ο κόσμος απαιτεί επιδόματα ειδικά από το Δημόσιο Ταμείο.

Το ερώτημα περνάει απ' τις ηλεκτρικές εφημερίδες της κεντρικής πλατείας. Πως θα αντιδράσουμε και πως δε θα συμβιβαστούμε με το τέρας;

Θυμάστε τι έγινε στην «Ερωφίλη». Ο κόσμος της είχε για βασικές αξίες, το ήθος, την αλήθεια και την ομορφιά. Κι έτσι όταν παρουσιαζότανε η μορφή του τέρατος, αναστάτωνε το κοινό αίσθημα, εκ βαθέων, και προκαλούσε απρόσμενη, άμεση και καθοριστική αντίδραση. Μόλις ο Βασιλιάς έβγαλε τον μανδύα του μεγαλείου και το προσωπείο του αγαθού αρχηγού πατέρα, κι εφάνη στο πρόσωπό του η μορφή του τέρατος, ο Χορός, από γυναίκες, ορμά πάνω του, τον ποδοπατά, τον θανατώνει και τον εξαφανίζει.

Αυτό σημαίνει πως ο χορός των γυναικών αυτών, και δεν φοβήθηκε, αλλά και πως δεν μπορούσε ποτέ να μοιάσει με το πρόσωπο του τέρατος."

Μάνος Χατζιδάκις Κυριακή, 30 Ιουλίου 1978 
ΚΩΣΤΑ ΜΑΝΟΥΡΑ:  ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ  (Απόσπασμα)






               ΜΕΡΟΣ  Α΄


Α π’ όντε στάθηκε ντουνιάς είναι τ’ αθρώπου η φύση
τ’ αβάτζο και το περισσό να τρέχει να κερδίσει.
Έτσα το θέλησε στη γης ο Θιος να το διατάξει,
κι άθρωπος εις δε δύνεται τη φύση ντου ν’ αλλάξει.
Άλλοι γεννιούνται δυνατοί, άλλοι σοφοί με γνώση,
παρ’ άλλοι χάνουν τον καιρό στο δώσ’ μου και το γρόσι.
Λίγους τσι πέμπει ταπεινούς, αγνούς να τσ’ ωφελήσει,
άλλους κακούς και δύστυχους, να σοζυγιάζει η φύση.
Και πιάνει ο δυνατός σπαθί, μαχαίρι και τουφέκι,
να φέρει φόβο του μικρού και τη σκλαβιά παρέκει. 10
Μα θέλει ο σκλάβος λευτεριά κι ο συνετός ειρήνη,
κι ο λεύτερος μερονυχτού να μάχεται για κείνη.
Δίχως βροχή και νέφαλο, η γης δεν πρασινίζει·
τ’ άσκημο δίνει στ’ όμορφο εξά και ξεχωρίζει.
Μια πόρτ’ ανοίγω του καιρού και βάνω το κορμί μου,
δίχως τουφέκι να κρατώ, μήδε και το σπαθί μου,
μόνο μια πένα και χαρτί, σ’ ένα παλιόν αιώνα
ν’ αφρουκαστώ, να δηγηθώ μιας λευτεριάς αγώνα·
να σκορνιαρίσω δυνατούς, λεύτερους να ψυχώσω,
σ’ αδύναμους και σε μικρούς λιόντα ψυχή να δώσω. 20




Κι αν είσ’ αγρίμι, μέρωσε· αν είσ’ αϊτός, κατέβα·
αν είσ’ απού τσι ταπεινούς, με τσι πολλούς ανέβα·
ανέ πογέρνεις, γιάγειρε, κι ανέ διαβαίνεις, στάσου,
όσα δηγούμαι σήμερο, μπραγά, μεστά φρουκάσου.
Ήτον η Κρήτη έναν καιρό σ’ αντάρα και σ’ οδύνη,
τέθοια που μόνο τση σκλαβιάς η καταδίκη δίνει.
Ήσανε χρόνοι δίσεκτοι μυριάδες περασμένοι
και στων Τουρκώ το βαριχνά μαυροσκουτουριασμένοι.
Γενιές καταλυθήκανε στο σύθρηνο τ’ ανέμου,
στη λίτη ντως για λευτεριά, στσ’ αντάρες του πολέμου. 30
Οι Κρήτες λαχταρούσανε να ’ρθεί ξαστερωμένη
μια ταχινή τση λευτεριάς δαφνοστεφανωμένη·
κι όσο δεν είχανε σκοπό ’πό τούτο πιο μεγάλο,
και δρόμο για τη λευτεριά δεν εθωρούσαν άλλο·
κι όσο τ’ αγρίμι στη σκλαβιά να ζει δεν είν’ αντρίκειο,
μες από τσι ξεσηκωμούς γυρεύγανε το δίκιο.
Ήτονε τότ’ ένα χωριό, σαν κι άλλ’ αντρειωμένο,
πάνω στα ξεροχάρακα, σ’ ένα βουνό χτισμένο.
Τ’ αγιούτο ντου δεν έφηνε ποτέ ντου να ξεπέσει
κι εις το καλό κι εις το πρεπό είχε την πρώτη θέση, 40
ακόμη κι όντεν η φωθιά είχε καταλαγιάσει
κι έκανε χρόνους ταραχή στην Κρήτη να ξεσπάσει.
Τούρκος δεν το κατοίκησε κι ούτ’ ήθελε να λάβει
χαέρι ’πό τσ’ αθρώπους του κι εξά να τ’ αναλάβει·
μόνο φορές περαστικοί ήτο ’π’ αυτά τα μέρη
όντεν η στράτα το ’θελε ’πό κείνα να τσι φέρει.
Είχεν αθρώπους δυνατούς, στη θέληση, στη γνώση,
μ’ αιστήματ’ αξαγόραστα από χρυσό και γρόσι.
Θαρρείς πως εγεννιούντανε με το τουφέκι ομάδι,
κι εμπαίνανε πασίχαροι για μια τιμή στον Άδη. 50
Μέσα σε τούτο το χωριό ζούσε και κατοικούσε
γείς άρχοντας κι από μικρός περίσσα τ’ αγαπούσε·
είν’ τ’ όνομά ντου Κωσταντής κι ήτον από τσ’ αθρώπους
που ’ναι σαφί λιγόβρετοι σ’ έτοιου ντουνιά τσι τόπους.




Το σπιτικό ντου αρχοντικό με ζήλο καμωμένο
και τ’ όνομά ντου σεβαστό το ’χε και τιμημένο.
Άντρας σοφός και δυνατός, δίκαιος, παλληκάρι,
ειλικρινής, μ’ ανάστημα σαν το καλό λιοντάρι.
Όλοι την αγαπούσανε την καλοσυντροφιά ντου,
πάντα κοντά και τη σωστή ζητούσαν αρμηνιά ντου. 60
Ετούτος είχε ’πό μικρός ταίρι αγαπημένο
μια λυγερή, που στο χωριό τον είχε τιμημένο·
ήτον από καλή γενιά, με φρόνεψη και κάλλη,
κι ο ίδιος τσ’ είχεν εχταγή σαφί πολλά μεγάλη.
Ο γείς τ’ αλλού ‘‘στραβά πατεί’’ ποτέ ντως δεν ελέγα,
ούδ’ έδειχνε να ξεραθεί τέθοιας αγάπης φλέγα.
Είχε μ’ εκείνη έναν υγιό, ξεδιαλεχτό φυντάνι,
’πό κείνα που γλυκύ καρπό κάθα ντως πράξη βγάνει.
Δέκα χρονώ μικιό παιδί, Μανώλη τον ελέγα,
όμοια ντου δεν εφάνηκε πια μυαλωμένη φλέγα. 70
Σ’ εκείνον είχε ο Κωσταντής όλα τα θάρρητά ντου,
να συνεχίσει τη γενιά στα ξετελέματά ντου.
Μα κείνην που κανάκιζε την κάθα μιαν ημέρα,
ξέχωρα κι από τον υγιό, ήτον η θυγατέρα.
Μια κόρη δυόμισυ χρονώ, που ’χε τ’ Αγγέλου χάρη,
κι όλα τα ριποπάσαδα τση μάνας τσ’ είχε πάρει.
Τη μέρα που γεννιούντανε κείνο το θυγατέρι,
μοίρα τσι χτύπησε βαριά, με το γλυκύ ντου ταίρι.
Ομάδι πρίκα και χαρά του ’φερε κείν’ η μέρα,
την ώρα που πρωτόκλαψε στον κόσμο η θυγατέρα· 80
γιατί ’χε γέννα δύσκολη το χαϊδεμένο ταίρι
κι ούδε χαρά τη φέλεψε, μήδε γιατρού μαχαίρι.
Είχε στερνή τζη πεθυμιά γι’ αυτή τη θυγατέρα,
που γνώριζε δε ’θελα ’δεί μεγάλη μιαν ημέρα,
Ειρήνη να τη βγάλουνε, στση Κρήτης το χατίρι,
και το διπλοπαράγγελνε του δυστυχή τζη κύρη.
Έτσα λογής ξεχώρισε το ταιριαστό ζευγάρι,
και χώρια στράτα μακρινή ο γείς τ’ αλλού ’χει πάρει.




Στην ύστερή τζη αναπνιά, στ’ απομισέματά τζη,
ορκίστηκεν ο Κωσταντής, τα κάλλη τα δικά τζη, 90
σαν τα ’χασε, σ’ άλλο κορμί ποτέ να μη γυρέψει,
κι ώστε να ζει για χάρη τζη γυναίκα μην παινέψει.
Έτσα λογής μεγάλωνε η κόρη δίχως μάνα,
μα με φροντίδα περισσή ’πό μια τζη παραμάνα.
Χερικαριά νοικοκερά, πιτήδεια στσι δουλειές τση,
που μόνο ντρέτες αρμηνιές είχε παραγγελιές τση.
Τούτη την είχε ο Κωσταντής θάρρος στη δούλεψή ντου,
εγάπανέ ντηνε σαφί σα να ’τον αδερφή ντου.
Και τ’ όνομά της Αργυρή, ’πό χρόνια παντρεμένη
μ’ άντρα φιλότιμο, καλό, καιρούς αγαπημένοι. 100
Κίμωνας ελεγότανε κείνος ο μπιστεμένος,
πρωτοβοσκός, στη δούλεψη του Κωσταντή βαρμένος.
Ο Κωσταντής των είχενε ’να σπιτικό σασμένο,
δίπλα ’πό τ’ αρχοντόσπιτο, δώρισμα καμωμένο,
γιατ’ ήτον άθρωποι φτωχοί, μα και καλοσυνάτοι,
δώρο καλής, πιστής φιλιάς, να ’χουν κι αυτοί ραχάτι.
Ό,τι γυρεύγει πλερωμή, ο Θιος το ξεπλερώνει,
και τ’ αρφανά κι ανήμπορα ποτές δεν ταπεινώνει·
μα πλια σ’ αυτά που λείφτηκαν τση μάνας τως κανάκι,
περίσσαν έχει εχταγή, πάντα πολύ μεράκι· 110
και δίκια πάντα που θωρεί κι όλα μ’ εξά τα ορίζει,
αγάπη από τσι γύρω ντως περίσσα τως χαρίζει.
Έτσα λογιώς και το Ρηνιό, στ’ άδικο ριζικό τζη,
το κουνουστεύγει η Αργυρή σα να ’τονε δικό τζη.
Αγκάλη με την κόρη τζη τα βάνει και κοιμούνται
κι ομάδι κανακίζει τα, να μην παραπονούνται.
Τριώ χρονώ κι η κόρη τζη, Ελένη την ελέγα,
πλασμένη με το μάλαμα σε καλοσύνης φλέγα.
Είχεν ο Κωσταντής πολλούς μ’ εξά στη δούλεψή ντου,
μα πλια τσι θώρειε μπιστικούς φίλους με την ψυχή ντου. 120
Εγάπανέ ντο και σαφί να δίνει στον καιρό ντου
φιλέματα στσι πια φτωχούς, από τ’ αρχοντικό ντου.




Μα κει που διπλοχάριζε ’πό κείνα τ’ αγαθά ντου,
κανίσκια, γρόσα, ζωντανά κι απ’ όλα τα καλά ντου,
ήτονε για τη λευτεριά, στση Κρήτης τον αγώνα,
που νέφη, γης και Κρητικοί μέσα ντως τον εχώνα.
Από τσι πρώτους έμπαινε στου θανατά τη μάχη,
κι ύστερος πάντα μίσευγε σαν έπαυε η αμάχη.
Μες στο χωριό τον είχανε τον πρωτοκαπετάνιο
και κεφαλή ντως κι αρχηγό, για το μυαλό το σπάνιο. 130
Κι ως δεν πολείπει τ’ ουρανού το νέφαλο κι η μέρα,
ήλιος, αγέρι και βροχή, το φυσερό τ’ αέρα,
να συχναλλάζου τσ’ εποχές του χρόνου που μισεύγει,
και συγκερνούνε τση ζωής τη φλέγα μη στερεύγει,
κι ως συνταιριάζου στσ’ ουρανούς τ’ αστέρια με την Πούλια,
έτσα δε λείπει στσ’ ακριβούς κι η σόμοιαστη πατούλια.
Είχε κι ο Κωσταντής πολλούς καλούς στη μια ντου μπάντα,
μα γείς εκεί ’ν’ ο ακριβός που πολυαγάπα πάντα·
συχωριανός ήτο κι αυτός και φίλος μπιστικός του,
κι ίσαμ’ εδά δεν ήτονε κιανείς καλύτερός του. 140
Άντρας καλός και μπεσαλής, σεμνός και παλληκάρι,
ντρέτος και καλοζυγιαστής σ’ όποια βουλή ’χε πάρει.
Λεβέντης ανοιχτόκαρδος, όμορφος στη θωριά ντου,
αρχοντικό το ζάλο ντου, ως κι η κορμοστασά ντου.
Πράμα δεν επολείπετο, στο σώμα, στην ψυχή ντου,
κι όμοια με βασιλόπουλου λέν’ την αθιβολή ντου.
Όπου πατεί, μυρίζει η γης, τ’ ατζούμπαλα μερώνει,
κι ομάδι Αγγέλου κι αγριμιού χιλιόκαλα σηκώνει.
Ανέστη τον ελέγανε κείνο το διωματάρη
κι όλοι πολλά ζηλεύα ντον, ίσα ντου να ’χου χάρη. 150
Είχε για ταίρι ντου ακριβό γυναίκα ρατσαλίνα,
λιγνή, κυπαρισσόμπογη κι εις όλα τζη ντελίνα.
Πρωτοκοπέλα και σεμνή και ταπεινή στη γνώμη,
μπεγεντισμένη στο χωριό και παντρεμένη ακόμη.
Ήτο τα κάλλη τζη συχνά ρίμα στσι μερακλήδες
κι η ομορφιά τζη βάσανο για τσι ντελικανήδες.




Μαρία την ελέγανε, πολλές θαμάζανέ ντη,
άλλες και για το ταίρι τζη πολλά ζηλεύγανέ ντη.
Πάντα ψηλά την κράτανε τη θέση του κυρού τζη
και παντρεμένη πλιότερο τ’ αντρούς και του σπιθιού τζη. 160
Είχε με τον Ανέστη γιο, περβόλι μυρισμένο·
ήτον εφτάχρονο παιδί κι ακριβαναθρεμμένο.
Του κύρη ντου ’διδε χαρά όση στον κόσμον άλλη,
μα τση Μαρίας παίδεψη σαφί πολλά μεγάλη·
γιατ’ είχε ατζούμπαλη βολή, πείσμα πολύ κι ινάτι,
κι η μάνα στην αναθροφή δεν έβρινε ραχάτι.
Ακούραστος κι αμπράγετος σ’ ό,τι ’θελα του λάχει,
ήθελ’ εξά σε λόγου ντου μόνο δική ντου να ’χει.
Μόνο στου κύρη τη φωνή μπραγαίνει και μερώνει,
κι αγάπη με το σεβασμό για κείνο φανερώνει. 170
Κι ο κύρης του σ’ άλλη μεριά κουρφά ποκαμαρώνει,
γνωρίζει χάρες πλιότερες μέσα ντ’ ο γιος του χώνει·
άντρας ’πό τσι λιγόβρετους θωρεί θα ξετελέψει,
φτάνει τη ζήση ντου κι ο Θιος με χρόνια να φελέψει.
Είχαν στην Κρήτη από καιρό θεμέλιο ντως βαρμένο,
για το καλό τση λευτεριάς το μυριοποθημένο,
κοπέλια να βαφτίζουνε, την Κρήτη να τιμούνε,
με τ’ όνομα τση λευτεριάς, που δε τζη ποξεχνούνε.
Έτσα και τούτο το παιδί βαφτίσα ντο Λευτέρη,
με την ευκή στη λευτεριά κι εκείνο να προσφέρει. 180


Με των ανέμω τσ’ αναπνιές κι ο χρόνος πια μισεύγει,
και το μικρό που γεννηθεί, μεστώνει και θεριεύει·
άλλα ποκάνουν τον καιρό, μισένε και ξεχνιούνται,
άλλα σε δύσκολους καιρούς γή σε καλούς γεννιούνται.
Ό,τι γινώνεται κουρφά, πονεί, δεν ξεματώνει,
μα γή κακό ’ναι γή καλόν ο χρόνος το ξεχώνει.
.

Αντιθέσεις

Κι έτσι καθώς μπαίνει η καινούργια Άνοιξη στήνουμε αυτί ν΄ακούσουμε χαρούμενα τιτιβίσματα, ν΄ανοίξουμε τα παράθυρα στο φως και να πάρουμε βαθειές ανάσες φρέσκου αέρα.

Βαθειά κι η ανάγκη να τινάξουμε τη σκόνη , τη μαυρίλα και την πίκρα που σαν σκιές συνοδεύουν τελευταία τη ζωή μας.Ακουμπάμε τις ευχές και τις ελπίδες μας στην Άνοιξη, εκεί μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο. Και περιμένουμε κοιτάζοντας με λαχτάρα έναν ορίζοντα που ακόμα δε λέει να αλλάξει χρώμα...

Πικρό και το χαμόγελο..Πως να αλλάξει; Ποιόν περιμένουμε;
Ντυθήκαμε τον θυμό μας αλλά δεν προτάξαμε το δίκιο και το πείσμα μας.
Νοιώθουμε πως η απραξία αυτή μας αρρωσταίνει αλλά μένουμε ακίνητοι θεατές μιας κακοποιημένης Αφροδίτης κι ενός κακοποιημένου Αγωνιστή που ποτέ δεν ξέχασε πως είναι μαχητής..

Για ποιο από τα δυο να νοιώσουμε μεγαλύτερη προσβολή;Για το βάναυσο υβρεολόγιο των ξένων ή για τις χυδαίες ,ανομολόγητες πράξεις των δικών μας;
Τι μας πονάει περισσότερο;
Στέλνω τα μάτια μου στο βάθος του ορίζοντα....Αργεί η Άνοιξη....

Κιλελέρ - 6 Μαρτίου 1910

Αφιερώματα - Η Εξέγερση του Κιλελέρ : 6 Μαρτίου 1910

Αφιερώματα - Η Εξέγερση του Κιλελέρ

Γίνε εσύ ο πρωταγωνιστής στην Ώρα της Γης 2010


Το Σάββατο 27 Μαρτίου, στις 20:30, οι Έλληνες, πρωταγωνιστούμε εκ νέου στην Ώρα της Γης, σβήνοντας για μια ολόκληρη ώρα τα φώτα, και δίνοντας το δικό μας στίγμα στην παγκόσμια μάχη κατά της αλλαγής του κλίματος.

Οι ηγέτες του κόσμου, μας απογοήτευσαν στην Κοπεγχάγη. Η ανθρωπότητα όμως δεν σταματά τον αγώνα. Η «Ώρα της Γης 2010» δίνει φωνή και δύναμη πίσω στον πολίτη και στις τοπικές κοινωνίες.

Φορείς, δήμοι, κοινότητες, επιχειρήσεις αλλά και ο καθένας από εμάς, γινόμαστε φέτος οι πρωταγωνιστές της Ώρας της Γης, δημιουργώντας την προσωπική μας ιστοσελίδα και συγκεντρώνοντας όσο το δυνατόν περισσότερες συμμετοχές. Δες εδώ τον τρόπο για να δημιουργήσεις τη δική σουσελίδα.

Πάρε στα χέρια σου τη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και δήλωσε τώρα συμμετοχή στην Ώρα της Γης 2010.



Αξιότιμοι Κύριοι και Κυρίες,

Σας προσκαλούμε να συμμετάσχετε στην πρωτοβουλία «η Ώρα της Γη 2010»
που διοργανώνει το WWF Ελλάς και ο Δήμος “Ν.Καζαντζάκης”
Στο πλαίσιο της συνεργασίας μας, ο Δήμος μας δεσμεύεται να συσκοτίσει κτίρια
και χαρακτηριστικά σημεία της πόλης των οποίων η διαχείριση αποτελεί αρμοδιότητά
του για μια ώρα στις 20.30 το Σάββατο 27 Μαρτίου 2010.
Επίσης δεσμεύεται να ενημερώσει και να παροτρύνει τους δημότες του να συμμετέχουν και αυτοί
ενεργά στην Ώρα της Γης 2010.

Μπορείτε να δηλώσετε συμμετοχή
Πληκτρολογώντας την διεύθυνση:

στη προσωποποιημένη σελίδα που καταχωρούνται τα μέλη του Δήμου “Ν.Καζαντζάκης”

Μπορείτε επίσης να επισκεφτείτε την ιστοσελίδα της Ώρας της Γης 2010 στη διεύθυνση www.wwf.gr/earthhour

Παρακαλούμε να προωθήσετε και εσείς το μήνυμα για να σβήσουν όσο το δυνατό περισσότερα φώτα.
Σας ευχαριστούμε για την δραστηριοποίησή σας.

Για το Δήμο “Ν.Καζαντζάκης”
Γραφείο Δημάρχου